Σύμφωνα με τον αναπληρωτή Πρωθυπουργό για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μέχρι το τέλος αυτής της εβδομάδας, ίσως ακόμη και σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να ολοκληρώσει το πρώτο σχέδιο έκδοσης του διαπραγματευτικού πλαισίου για τη Μακεδονία, το οποίο θα υποβληθεί για εξέταση στα κράτη μέλη. Παρά τις ανακοινώσεις της Βουλγαρίας για πιθανό αποκλεισμό της Μακεδονίας λόγω της μη λειτουργίας της Επιτροπής Ιστορικών Θεμάτων, ο Αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Οσμάνι αναμένει και ελπίζει ότι το σχέδιο του διαπραγματευτικού πλαισίου θα είναι ουδέτερο όσον αφορά τις εθνικές θέσεις ορισμένων χωρών, καθοδηγούμενη από τη διακήρυξη της νέας μεθοδολογίας διαπραγμάτευσης για τη διεύρυνση |τα μέρη να απέχουν από την κατάχρηση των ανεπίλυτων ζητημάτων κατά της ενταξιακής διαδικασίας στην ΕΕ». Ωστόσο, το δικαίωμα αρνησικυρίας δεν έχει ανακληθεί. Η Μακεδονία γνωρίζει ότι ως υποψήφια χώρα δεν είναι σε θέση να επηρεάσει το διαπραγματευτικό πλαίσιο, αλλά εγείρει το ερώτημα εάν υπάρχει χώρος για ορισμένα μακεδονικά εθνικά συμφέροντα και εθνική αναγνώριση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η διαδικασία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ σημαίνει μόνο ετοιμότητα αποδοχής όλων των όρων και των εκβιασμών από τα κράτη μέλη; Η πολιτική της υποχωρητικότητας είναι καταστροφική και στέλνει το μήνυμα ότι μπορούμε να δώσουμε κι αυτά που δεν σκεφτόμαστε καν.
Ο Μακεδόνας πρώην διπλωμάτης Ρίστο Νικόβσκι δήλωσε: «Παρά την εκφρασμένη πολιτική καλή θέληση της κυβέρνησής μας για συμβιβασμό ακριβώς λόγω του ξεκλειδώματος της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, οι συμφωνίες καλής γειτονίας και συνεργασίας με γειτονικά μέλη της Ένωσης, Ελλάδα και Βουλγαρία, για την ευρωπαϊκή μας πορεία η δυνατότητα του βέτο παραμένει ακόμα μια πραγματική πρόκληση, εάν η Μακεδονία δεν εκπληρώσει τις απαιτήσεις τους. Σύντομα θα είμαστε σίγουροι ότι τα μέτρα της ΕΕ και των δύο γειτονικών μας κρατών-μελών είναι βασικά, πανομοιότυπα με τα δικά μας, ή θα υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Σε κάθε περίπτωση, μόλις παρουσιαστεί το διαπραγματευτικό πλαίσιο, θα σταλεί για εναρμόνιση σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, οπότε θα περάσουν αρκετοί ακόμη μήνες έως ότου εγκριθεί από όλους. Μόνο τότε θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η πρώτη διακυβερνητική διάσκεψη, που σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων με την ΕΕ. Η βουλγαρική πλευρά, από τον Μάρτιο φέτος, που δόθηκε το πράσινο φως για την έναρξη των διαπραγματεύσεων με τη Μακεδονία, πρόσθεσε μία δήλωση ως παράρτημα στα συμπεράσματα του Συμβουλίου της ΕΕ, η οποία κατά κάποιον τρόπο αποτελεί πρόσθετη προϋπόθεση. Καθ ‘όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου, από τον Μάρτιο, Βούλγαροι αξιωματούχοι έχουν πει επανειλημμένα ότι, εάν οι παρατηρήσεις τους δεν γίνουν μέρος του διαπραγματευτικού πλαισίου για τη Μακεδονία και την Αλβανία, η Σόφια δεν θα αποδεχθεί αυτό το πλαίσιο. Θα δούμε εάν και σε ποιό βαθμό το διαπραγματευτικό πλαίσιο θα αποτελέσει έκπληξη, ενάν περιλαμβάνει τον εκβιασμό της Βουλγαρίας. Δεν πρέπει να έχουμε αμφιβολίες ότι θα έχουν αντίκτυπο, αλλά το ερώτημα είναι πόσο. Η εθνική συναίνεση στη διαδικασία διαπραγμάτευσης είναι εξαιρετικά σημαντική διότι καθορίζει τη θέση της χώρας και τη δύναμή της να επιτύχει το μέγιστο σε αυτήν τη διαδικασία. Σε κάθε περίπτωση, όταν ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις, θα είναι δύσκολο πρόβλημα για εμάς, διότι στην άλλη πλευρά του οδοφράγματος, θα βρίσκονται πάντα η Βουλγαρία και η Ελλάδα με τα ασυμβίβαστα αιτήματά τους». Ο ιστορικός Τοντόρ Τσεπρεγκάνωφ, πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Εθνικής Ιστορίας, εκτιμά: «Ποιός δεν θέλει να ενταχθεί στην ΕΕ; Δεν υπάρχει ανάγκη για πολιτική συναίνεση αυτή τη στιγμή! Είναι γνωστό ότι όλοι οι πολιτικοί παράγοντες και οι πολίτες συμφωνούν ότι χρειαζόμαστε ένταξη στην ΕΕ, αλλά το επίμαχο είναι αν το θέλουμε αποδεχόμενοι όλους του εκβιασμούς μέχρι στιγμής και όσους θα πρέπει ακόμη να αποδεχθούμε. Δεδομένου ότι δώσαμε το όνομα της χώρας, είμαστε ακόμη λιγότερο σε θέση να θέσουμε μερικές, ακόμη και αόρατες κόκκινες γραμμές, για τα εθνικά συμφέροντα. Έχουμε θέσει τους εαυτούς μας ενώπιον ΕΕ σε τέτοια θέση ώστε να μας βλέπουν ως υποψήφια χώρα που δέχεται συμβιβασμούς σε ουσιώδη εθνικά ζητήματα και έχουμε δώσει στην Ένωση τη νομιμότητα να ενεργήσουμε ως εκβιαστής. Εάν έχουμε αποδεχτεί τους όρους της Ελλάδας και δώσαμε το όνομα, η ΕΕ μπορεί να αναμένει από εμάς να συμφωνήσουμε σε παραχωρήσεις για όλες άλλα στοιχεία της εθνικής ταυτότητας (γλώσσα, ιστορία, ονομασία του έθνους), οι οποίες προέρχονται πραγματικά από το όνομα του κράτους. Το αίτημα για εθνική συναίνεση αυτή τη στιγμή είναι συμπτωματικό. Μήπως είναι για να δικαιολογήσει όλες τις προηγούμενες αποφάσεις για τη διαγραφή της Μακεδονικής ταυτότητας. Εγκαταλείποντας το παλιό συνταγματικό όνομα της χώρας οι μακεδονικές εθνικές κόκκινες γραμμές έχουν διαγραφεί και τώρα η πρόκληση είναι πώς θα διασώσουμε κάτι από την εθνική ταυτότητα στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την ΕΕ». https://bit.ly/37vNy3w